Όταν οι Βρετανοί ψηφοφόροι τον Ιούνιο του 2016 επέλεξαν να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ξεκίνησαν μια πολύ μεγάλη περίοδο διαπραγματεύσεων. Αυτή η φάση έληξε τον Ιανουάριο του 2020, οπότε το Ηνωμένο Βασίλειο εγκατέλειψε επίσημα την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 31 Ιανουαρίου. Στην πραγματικότητα, η ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθούν να αποτελούν μέρος της ενιαίας αγοράς, ενώ το 2020 ήταν ένα «μεταβατικό» έτος όταν τα δύο μέρη εργάσθηκαν για να διαπραγματευτούν μια λειτουργική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου. Συνεπώς η μεταβατική περίοδος κατά την οποία το Ηνωμένο Βασίλειο συνεχίζει να ακολουθεί τους ευρωπαϊκούς κανόνες λήγει στις 31 Δεκεμβρίου.
Αν μέχρι τότε δεν υπάρξει νέα εμπορική συμφωνία ανάμεσα στα δύο μέρη, οι συναλλαγές ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ θα διέπονται από τους κανόνες του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου / World Trade Organization -WTO). Αυτοί οι κανόνες είναι ταυτόσημοι με επιβολή δασμών σε πολλά προϊόντα και ποσοστώσεων στις εισαγωγές και τις εξαγωγές κάποιων από αυτά, ενώ παράλληλα θα ισχύουν και άλλες γραφειοκρατικές διαδικασίες που δεν υφίσταντο μέχρι πρότινος.
Για παράδειγμα : μια μικρή καθυστέρηση μερικών λεπτών που θα προκαλείται από κάθε φορτηγό το οποίο δεν συμμορφώνεται επακριβώς στους κανόνες, ενδέχεται να μεταφράζεται σε ατελείωτες «ουρές» αναμονής στα τελωνεία. Έτσι η κάθε καθυστέρηση θα μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή των δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης, όπως ακριβώς συνέβη την Τετάρτη 9η Δεκεμβρίου, στο Σουίντον, όπου η ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία Honda, ανέστειλε την παραγωγή στο εργοστάσιό της λόγω έλλειψης ανταλλακτικών.
Ελλείψεις κρισίμων εφοδίων, τεράστια κυκλοφοριακά «μποτιλιαρίσματα», διακοπή των δραστηριοτήτων των εργοστασίων. Τούτες τις ώρες που οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών δεν έχουν καταλήξει σε αποτέλεσμα ενόψει της αποχώρησης της Βρετανίας από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, η χώρα προσπαθεί να προετοιμαστεί για το χάος που ενδέχεται να ακολουθήσει σε περίπτωση «Brexit χωρίς συμφωνία». Στο πνεύμα προπαρασκευής – πρόληψης των καταστροφικών επιπτώσεων έως και η τέως πανίσχυρη κι αγέρωχη «Βρετανική Συνομοσπονδία Βιομηχάνων» (Confederation of British Industry -CBI), ζήτησε επίμονα από την βρετανική κυβέρνηση να μεριμνήσει ώστε να ισχύσει «…μια περίοδος χάριτος στην επιβολή συνοριακών ελέγχων» για την άμβλυνση της εξοντωτικής δυσμένειας των εφοδιαστικών ροών.
Συνεπώς, εύλογα υφίσταται κίνδυνος νέας εμβροντησίας και κατάρρευσης για τις οικονομίες εκείνες που εκτός των άλλων έχουν ήδη πληγεί και από τις συνέπειες της πανδημίας του κορονοϊού.
Ο Εργατικός βουλευτής Ντάρεν Τζόουνς, πρόεδρος της ενδεκαμελούς διακομματικής κοινοβουλευτικής «Επιτροπής Επιχειρήσεων, Ενέργειας και Βιομηχανικής Στρατηγικής» / (Business, Energy and Industrial Strategy Committee), μετά από συνάντηση που είχε με εκπροσώπους επιχειρηματικών κύκλων, παρατήρησε χαρακτηριστικά ότι : «Οι βρετανικές εταιρείες εξακολουθούν να ελπίζουν ότι θα βρεθεί συμφωνία για το Brexit, όμως από την 1η Ιανουαρίου θα αντιμετωπίσουν προβλήματα, οτιδήποτε κι αν συμβεί, Τους τελευταίους μήνες έχουν προειδοποιήσει για ενδεχόμενες ελλείψεις τροφίμων και για αύξηση των τιμών, ακόμη και σε περίπτωση συμφωνίας, όπως επίσης και για συσσώρευση κόστους για την αυτοκινητοβιομηχανία μας, αλλά και ανησυχία για τις οικονομικές υπηρεσίες»
Σε δημοσιευμένη από τον Σεπτέμβριο του 2019 έκθεσή της βρετανικής κυβέρνησης (έτοιμη από τις 2 Αυγούστου 2019) με το όνομα «Επιχείρηση Χρυσοτσίχλονο» (Operation Yellowhammer) που αφορούσε στο «χειρότερο δυνατό σενάριο» ενός Brexit χωρίς συμφωνία, αναφέρεται ένα τρομακτικό πλέγμα προβλημάτων που θα απέρρεαν από μια τέτοια εξέλιξη για το Ηνωμένο Βσίλειο, όπως:
Μείωση της διασυνοριακής επισκεψιμότητας προς και από την Ήπειρο κατά 40-60% εντός μίας ημέρας, ενώ η τελικά επερχόμενη διακοπή της θα έχει διάρκεια τρεις μήνες.
Διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις και αναταραχές που πραγματοποιούνται σε ολόκληρη τη χώρα, επιβαρύνοντας εξαντλητικά έως το «όριο θραύσεως» τους έμψυχους και υλικούς πόρους της αστυνομίας.
Διαταραχή στις οικονομικές υπηρεσίες, στην χρησιμοποίηση της επιβολής του νόμου και στην εργασιακή χρήση των προσωπικών δεδομένων.
Αδυναμία στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να ανταπεξέλθουν στην κλιμακούμενη κρίση.
Έντονος δυσμενής καιρός το χειμώνα ενδέχεται να επιδεινώσει τις αρνητικές επιπτώσεις.
Σ’ αυτό το εφιαλτικό σκηνικό του χειρίστου σεναρίου η κυβέρνηση της Βρετανίας εικονοποιεί τις πιθανές επιπτώσεις με χαρακτηριστικά παραδείγματα : Aναφέρεται σε μια «ουρά» 7.000 φορτηγών αυτοκινήτων εγκλωβισμένων και ακίνητων επί διήμερο στους δρόμους, ενώ προβλέπει τη δημιουργία έκτακτων τεράστιων χώρων στάθμευσης κοντά στο λιμάνι του Ντόβερ, ηπειρωτική πύλη εξόδου-εισόδου στη χώρα.
Πρόσφατα έγινε δημοσίως γνωστή η ύπαρξη μιας ειδικής Ομάδας Εργασίας με την ονομασία «D20» (Δεκέμβριος 20 – December 2020), η οποία προετοιμάζεται για τα διάφορα ενδεχόμενα σενάρια χάους που είναι πιθανόν να γίνουν πραγματικότητα μετά την 1η Ιανουαρίου. Μεταξύ αυτών συγκαταλλέγονται : βλάβες στο δίκτυο ηλεκτροδότησης, πλημμύρες στους έκτακτους χώρους στάθμευσης λόγω ιδιαιτέρως σφοδρών βροχοπτώσεων ή ελλείψεις καυσίμων. Έτσι διενεργούνται προετοιμασίες αντιμετώπισης για πολλά αρνητικά σενάρια μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου και βάσει των πιέσεων που ενδέχεται να αντιμετωπίσει τo Ηνωμένο Βασίλειο ως το τέλος του εξελισσόμενου χειμώνα.
Είναι αξιοσημείωτο πως έχει αρχίσει να γίνεται εμφανής ανησυχία μεταξύ των Βρετανών ενόψει των πιθανών ελλείψεων προϊόντων, οπότε οι πολίτες διερωτώνται αν χρειάζεται να αποθηκεύουν βασικά προϊόντα, αν και η επίσημη κρατική θέση είναι πως: «Διαθέτουμε μια ανθεκτική αλυσίδα προμήθειας αναγκαίων αγαθών».
Υπενθυμίζεται ότι το βρετανικό κοινοβούλιο δεν είχε ακόμη εγκρίνει μια καταληκτική συμφωνία αποχώρησης που θα σήμαινε επίσημα και οριστικά το «Brexit». Εξ αρχής ήταν εμφανές ότι οι συνομιλίες για την εμπορική συμφωνία θα ήσαν περίπλοκες, ειδικά επειδή οι Βρυξέλλες πίεζαν να ακολουθήσουν τα βρετανικά προϊόντα τους κανόνες και τους κανονισμούς της ενιαίας αγοράς, μια ιδέα στην οποία εύλογα αντιστέκεται το Λονδίνο. Και αυτό πράγματι προξένησε καθυστερήσεις και παρεμπόδιση των διαπραγματεύσεων. Τα δύο μέρη διαπραγματεύονται ακόμη. Πριν την ανατολή της Πρωτοχρονιάς θα ξέρουμε τι πρόκειται να συμβεί τελικά.
Την Παρασκευή, 11 Δεκεμβρίου, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν κατά την συνάντηση 27 ηγετών της ΕΕ στις Βρυξέλλες δήλωσε ότι οι θέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ παραμένουν ολότελα διαφορετικές σε θεμελιώδη θέματα. Ανέφερε δε στους ηγέτες της ΕΕ ότι, στις 31 Δεκεμβρίου είναι πιθανότερο η Βρετανία να σπάσει όλους τους δεσμούς της με την ΕΕ χωρίς συμφωνία, παρά με συμφωνία- αν και δεν θέλησε να εκφράσει ένα ποσοστό πρόβλεψης, όπως έγινε γνωστό από έγκριτο εμπλεκόμενο αξιωματούχο, υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας.
Η κα φον ντερ Λάϊεν, επεσήμανε στη συνέντευξη Τύπου, ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είναι βεβαίως ελεύθερο να θεσπίζει τους δικούς του κανόνες ακόμη και στο πλαίσιο μιας συμφωνίας, αλλά αντιστοίχως «η ΕΕ θα προστατεύσει το συμφέρον της και θα περιορίσει την πρόσβαση του στην ενιαία αγορά της, εάν μελλοντικά η Βρετανία φερθεί με τρόπους που υπονομεύουν τις επιχειρήσεις της Ένωσης». Η επικεφαλής της Επιτροπής δήλωσε:«Έχουμε επανειλημμένα καταστήσει σαφές στους Bρετανούς εταίρους μας ότι η αρχή του θεμιτού ανταγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για την προνομιακή πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ», προσθέτοντας ότι «είναι δίκαιο οι ανταγωνιστές των δικών μας επιχειρήσεων να αντιμετωπίζουν τις ίδιες συνθήκες στη δική μας αγορά. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα απαιτούσαμε από το Ηνωμένο Βασίλειο να μας ακολουθεί κάθε φορά που αποφασίζουμε να ανεβάσουμε το επίπεδο των φιλοδοξιών μας, για παράδειγμα στον περιβαλλοντικό τομέα. Θα παραμείνουν ελεύθεροι, κυρίαρχοι, αν θέλετε, να αποφασίζουν τι θέλουν να κάνουν. Απλώς θα προσαρμόζουμε τους όρους πρόσβασης στην αγορά μας σύμφωνα με την απόφαση του ΗΒ, και αυτό θα ισχύει αντίστροφα».
Επίσης η Πρόεδρος τόνισε : «Τίποτε δεν εγγυάται ότι, και αν υπάρξει συμφωνία αυτή θα μπορεί να τεθεί σε ισχύ εγκαίρως. Ευθύνη μας είναι να προετοιμασθούμε για όλα τα ενδεχόμενα, περιλαμβανομένου του ενδεχομένου να μην υπάρξει συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο την 1η Ιανουαρίου 2021».
Ο Ιρλανδός πρωθυπουργός Μάϊκλ Μάρτιν είπε ότι εξακολουθεί να ελπίζει πως θα υπάρξει συμφωνία. Χαρακτηριστικά, μετά τη σύνοδο κορυφής, ανέφερε στο Twitter : «Παραμένουν τεράστιες προκλήσεις σε μια εμπορική συμφωνία ΕΕ / ΗΒ. Ελπίζω να επικρατήσει η κοινή λογική. Μια συμφωνία είναι προς το καλύτερο συμφέρον της Ιρλανδίας, της ΕΕ και του ΗΒ».
Την Πέμπτη το βράδυ οι ίδιοι ηγέτες της ΕΕ είχαν περάσει λιγότερο από 10 λεπτά συζητώντας για τις διαπραγματεύσεις ΕΕ-ΗΒ.Τότε η κα φον ντερ Λάϊεν είχε δηλώσει σε δημοσιογράφους : «Θα αποφασίσουμε την Κυριακή εάν έχουμε τους όρους για μια συμφωνία ή όχι». Ήταν λοιπόν εκ προοιμίου βέβαιο πως οι διαπραγματεύσεις γύρω από το επίμαχο ζήτημα θα συνεχίζονταν τουλάχιστον μέχρι την Κυριακή.
Την ίδια ημέρα, ο διευθυντής Διεθνών Υποθέσεων της τεράστιας «Βρετανικής Ομοσπονδίας Μικρών Επιχειρήσεων» (Federation of Small Businesses – FSB) -με 185.000 επιχειρήσεις μέλη- Τζέιμς Σίμπλεϊ εξήγησε στο BBC ότι, από την πλευρά του αναμένει «φρικτές αναταράξεις τον Ιανουάριο». Τόνισε δε επεξηγητικά : «Η χώρα είχε ήδη πάρει μια πρόγευση τι θα ακολουθήσει : εδώ και αρκετές εβδομάδες παρατηρείται συμφόρηση στα λιμάνια, ενώ τα δίκτυα προμηθειών αντιμετωπίζουν προβλήματα. Ποιός ήταν ο λόγος ; Πολλές επιχειρήσεις προσπάθησαν να φτιάξουν απόθεμα προϊόντων ενόψει Ιανουαρίου, ενώ άλλες έκαναν μεγαλύτερες παραγγελίες από τις συνηθισμένες προκειμένου να καλύψουν τον χαμένο χρόνο εξαιτίας του lockdown της άνοιξης». Σύμφωνα με έρευνα της FSB, μόνο το ένα τρίτο περίπου των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της Βρετανίας είναι έτοιμες για το Brexit.
Νωρίτερα στην εβδομάδα, μια συνάντηση μεταξύ της κας φον ντερ Λάϊεν και του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον δεν προσέφερε καμία σημαντική διέξοδο στις διαπραγματεύσεις, οι οποίες έχουν «κολλήσει» σε ζητήματα περί του θεμιτού ανταγωνισμού, της αλιείας και του τρόπου επίλυσης των ενδεχομένων διαφορών.
Ουσιαστικά οι διαπραγματευτές απέμειναν με 48 διαθέσιμες ώρες ώστε να επιτύχουν μια συμφωνία, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο διαγράφει όλους τους υφιστάμενους δεσμούς του με το ευρωπαϊκό συγκρότημα στα τέλη του έτους, και η οποιαδήποτε συμφωνία θα πρέπει να επικυρωθεί τουλάχιστον στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Την Παρασκευή ο Βρεττανός πρωθυπουργός Τζόνσον εξέφρασε ένα δυσοίωνο συναίσθημα, λέγοντας ότι υπάρχει «ισχυρή πιθανότητα» οι συνομιλίες να αποτύχουν επειδή οι Βρυξέλλες ήθελαν «να κρατήσουν τη χώρα του κλειδωμένη στην τροχιά της ΕΕ».
Βεβαίως οι διαπραγματεύσεις επαναλήφθηκαν την Παρασκευή στις Βρυξέλλες μεταξύ του επικεφαλής διαπραγματευτή της ΕΕ Μισέλ Μπαρνιέ και του ομολόγου του στο Ηνωμένο Βασίλειο, Ντέϊβιντ Φροστ.
Επισημαίνεται τέλος πως στις 10 του μηνός η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδεικνύοντας ήδη την καλή πρόθεσή της απέναντι στο Ηνωμένο Βασίλειο, έδωσε στην δημοσιότητα τα σχεδιασμένα έκτακτα μέτρα για την αλιεία και τις χερσαίες και αεροπορικές μεταφορές. Αυτά θα μπορούν να εφαρμοσθούν από την 1η Ιανουαρίου, εάν δεν έχει υπάρξει μέχρι τότε εμπορική συμφωνία ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο, με ιδιαίτερα ανακουφιστική επίδραση στην πολιτικοκοινωνική και οικονομική του ζωή.
Α. Κωνσταντίνου
Την αποκλειστική ευθύνη για τις απόψεις που δηλώνονται φέρει ο Ευρωβουλευτής. Οι απόψεις αυτές δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκη την επίσημη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου