fbpx
Κυριακή, 2 Απριλίου, 2023

Η περιβαλλοντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης- Του μη εγγεγραμμένου Ευρωβουλευτή Αθανάσιου Κωνσταντίνου

Το έτος 1957 ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ως Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), όταν Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες και Δυτική Γερμανία υπέγραψαν τη Συνθήκη της Ρώμης. Τότε δεν υπήρχε καμία περιβαλλοντική πολιτική, περιβαλλοντική γραφειοκρατία ούτε και περιβαλλοντικοί νόμοι. Τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ έχει θεσπίσει μερικές από τις πιο προοδευτικές περιβαλλοντικές πολιτικές οποιουδήποτε θεσμού στον κόσμο, καθώς έχει αναπτύξει ταχέως αυτές τις πολιτικές κατά τις τελευταίες πέντε δεκαετίες.

Από τη δεκαετία του 1960 έχει προκύψει ένα ολοένα συμπαγέστερο νομοθετικό δίκτυο, που επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της προστασίας του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της προστασίας των υδάτων, της διαχείρισης αποβλήτων, του ελέγχου χημικών ουσιών, της βιοτεχνολογίας και της διατήρησης της φύσης. Ειδικότερα, το «Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Περιβαλλοντικής Πολιτικής» εκτιμά ότι το σύνολο του περιβαλλοντικού δικαίου της ΕΕ ανέρχεται σε περισσότερες από 500 Οδηγίες, Κανονισμούς και Αποφάσεις. Με αυτούς τους αριθμούς, η περιβαλλοντική πολιτική έχει καταστεί ο πυρήνας της ευρωπαϊκής πολιτικής.

Είναι φανερό μέσω πολλαπλών δημοσιεύσεων ότι ο σκοπός της περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ είναι η ενίσχυση του «φυσικού κεφαλαίου» της Ευρώπης, η οικοδόμηση μιας οικονομίας που χρησιμοποιεί αποδοτικά τους πόρους (μια οικονομία που αποδίδει μεγαλύτερη αξία με λιγότερες εισροές, χρησιμοποιώντας πόρους με βιώσιμο τρόπο και ελαχιστοποιώντας τις επιπτώσεις στο περιβάλλον), καθώς και η ενθάρρυνση των επιχειρήσεων  να ενεργούν πιο «πράσινα» και να προστατεύουν την υγεία και την ευημερία των ανθρώπων που ζουν στην ΕΕ και των μελλοντικών γενιών τους.

Παρόμοια με πολλές άλλες παγκόσμιες δυνάμεις, η ΕΕ θεωρεί την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής ως μία από τις κορυφαίες προτεραιότητες και προκλήσεις της. Το 2007, τα Κράτη Μέλη συμφώνησαν ότι η ΕΕ θα χρησιμοποιεί για το 20% των ενεργειακών αναγκών της ανανεώσιμες πηγές ενέργειας  και ότι έως το 2020  πρέπει να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά τουλάχιστον 20% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Αυτή ησυμφωνία περιελαμβανε μέτρα ώστε το 2020, το 10% της συνολικής ποσότητας καυσίμου που χρησιμοποιείται από τα αυτοκίνητα στην ΕΕ των 27 έπρεπε να λειτουργεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως τα βιοκαύσιμα. Αυτός ο φιλόδοξος περιορισμός των καυσίμων ήταν πρωτοποριακός για το κίνημα κατά της κλιματικής αλλαγής από τις βιομηχανικές περιοχές. Για να αντιμετωπίσει σωστά το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής, το 2000, η Επιτροπή θέσπισε το «Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αλλαγής του Κλίματος» (ECCP) για την προστασία της ΕΕ από επικίνδυνες κλιματικές αλλαγές.

Επιπλέον, ο αντικειμενικός σκοπός του ECCP είναι να εντοπίσει, να αναπτύξει και να εφαρμόσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία μιας στρατηγικής της ΕΕ για την εφαρμογή του «Πρωτοκόλλου του Κιότο». Το «Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων θερμοκηπίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (EU ETS) το σημαντικότερο και γνωστότερο παράγωγο του ECCP, είναι το μεγαλύτερο σύστημα εμπορίας εκπομπών αερίων θερμοκηπίου σε ολόκληρο τον κόσμο. Ξεκίνησε το 2005 ως βασικός πυλώνας της πολιτικής της ΕΕ για το κλίμα, στοχεύοντας στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Από το 2013, το EU ETS καλύπτει περισσότερα από 11.000 εργοστάσια, σταθμούς παραγωγής ενέργειας και άλλες εγκαταστάσεις και είναι υπεύθυνο για το σχεδόν υποδιπλασιασμό των εκπομπών CO2 της ΕΕ και του 40% των συνολικώντης  εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Συνοπτικά, σύμφωνα με την αρχή «ανωτάτου ορίου και εμπορίας», βρήκε έναν οικονομικά αποδοτικό τρόπο μείωσης των εκπομπών δίχως σημαντική κρατική παρέμβαση.

Στο πλαίσιο του ECCP, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε ανακοίνωση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σχετικά με μια αναθεωρημένη κοινοτική στρατηγική για τη μείωση των εκπομπών CO2 από ελαφρά οχήματα. Η αναθεώρηση αυτή βασίζεται σε μια εμπεριστατωμένη εκτίμηση επιπτώσεων του υφιστάμενου κοινοτικού στόχου για μια μέση εκπομπή 120g CO2 / km ενός στόλου νέων αυτοκινήτων και των πιθανών μέτρων που μπορούν να αποτελέσουν μέρος μιας αναθεωρημένης στρατηγικής, βασισμένης σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση των μειώσεων εκπομπών CO2. Με ακριβή προοπτική χρόνου, από τον Φεβρουάριο του 2002, η Επιτροπή ανακοίνωσε τα σχέδια της νέας νομοθεσίας που απαιτεί οι μέσες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα των παραγομένων το 2012 οχημάτων να μην υπερβαίνουν τα 130g CO2 / km. Επίσης από τον Μάρτιο του 2011, η Επιτροπή παρουσίασε τον «Οδικό Χάρτη της ΕΕ για τις Μεταφορές», ο οποίος υποδεικνύει σταθερότυπους για τη μείωση  των αερίων του θερμοκηπίου από όλους τους τρόπους μεταφοράς κατά 60% έως το 2050. Αυτό το συγκεκριμένο παράδειγμα δείχνει πόσο φιλόδοξη και συνάμα προοδευτική είναι η ΕΕ όσον αφορά στην περιβαλλοντική της πολιτική.

Το υφιστάμενο τεράστιο σώμα της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ έχει διαδραματίσει ζωτικό ρόλο στη βελτίωση της προστασίας των οικοτόπων και των ειδών στην Ευρώπη, καθώς συνέβαλε στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα και των υδάτων και στη διαχείριση των αποβλήτων. Η οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα αποτελεί ένα παράδειγμα πολιτικής για τα ύδατα, διασφαλίζοντας ότι τα ποτάμια, οι λίμνες, τα υπόγεια και παράκτια ύδατα θα ήσαν «καλής ποιότητας» έως το 2015. Στη συνέχεια, η οδηγία για τα πτηνά που εγκρίθηκε το 2009 όπως και η οδηγία για τους οικοτόπους το 1992, αποτελούν σπουδαία τμήματα της νομοθεσίας της ΕΕ για την προστασία της βιοποικιλότητας και των φυσικών οικοτόπων. Και οι δύο οδηγίες υλοποιούνται στην πράξη μέσω του προγράμματος Natura 2000, ενός διαδεδομένου και επιτυχημένου δικτύου 30.000 ευρωπαϊκών τόπων επικοινωνίας με τη φύση. Επίσης η οδηγία για την καταχώριση, την αξιολόγηση και την έγκριση χημικών ουσιών (REACH) το 2006, που απαιτεί δοκιμές ασφάλειας σε ευρέως χρησιμοποιούμενες χημικές ουσίες ήταν επίσης ένα μέρος των πολυποίκιλων επιτυχιών της ΕΕ στην περιβαλλοντική πολιτική.

Το πρόγραμμα LIFE, από το 1992, είναι το μόνο ειδικά αφιερωμένο στη δράση για το περιβάλλον και το κλίμα. Στόχοι του προγράμματος LIFE είναι:

-Η συμβολή στη μετάβαση προς μια βιώσιμη, κυκλική, ενεργειακά αποδοτική, ανανεώσιμη ενέργεια, με βάση το κλίμα, ουδέτερη και κλιματική οικονομία

-Η προστασία, αποκατάσταση και βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος

-Η διακοπή και η αντιστροφή της απώλειας βιοποικιλότητας και

-Η αντιμετώπιση της υποβάθμισης των οικοσυστημάτων, μεταξύ άλλων μέσω του δικτύου Natura 2000

Το Κοινοβούλιο ενέκρινε τη μερική συμφωνία ως θέση του σε πρώτη ανάγνωση τον Απρίλιο του 2019. Οι διαπραγματεύσεις ενόψει μιας γενικής συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου του προϋπολογισμού, ξεκινούν μόλις ολοκληρώνεται η διαδικασία συναίνεσης για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο – ΠΔΠ.

Για το Κοινοβούλιο, το πρόγραμμα LIFE θα συμβάλει στην ενσωμάτωση δράσεων για το κλίμα, καθώς και στην επίτευξη ενός συνολικού στόχου τουλάχιστον του 25% των δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ για την υποστήριξη των κλιματικών αντικειμενικών σκοπών κατά την περίοδο 2021-2027, αλλά και έναν ετήσιο στόχο του  30% το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο έως το 2027.

Το Κοινοβούλιο πρότεινε να καθοριστεί το χρηματοδοτικό κονδύλιο για την εφαρμογή του προγράμματος στην περίοδο 2021-2027, στα 7,27 δισεκατομμύρια ευρώ σε τρέχουσες τιμές (σε σύγκριση με 5,45 δισεκατομμύρια ευρώ  κατά την πρόταση της Επιτροπής). Τουλάχιστον το 60% των πόρων του προϋπολογισμού που διατίθενται για έργα  υποστηριζόμενα από επιχορηγήσεις δράσης στον τομέα «Περιβάλλον» διατίθεται για επιχορηγήσεις διατιθέμενες για έργα που υποστηρίζουν το υποπρόγραμμα «Φύση και Βιοποικιλότητα».

Συνοπτικά, το περιβάλλον δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί οντότητα ξεχωριστή από την οικονομία, διότι η αυξανόμενη χρήση περιορισμένων παγκόσμιων πόρων οδηγεί σε αύξηση των τιμών. Πιο συγκεκριμένα, μέσω της αποτελεσματικότερης χρήσης των πόρων, η οικονομία είναι σε θέση να μειώσει το περιβαλλοντικό κόστος, ενώ νέες, φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες και τεχνικές μπορούν να δημιουργήσουν απασχόληση, δίνοντας ώθηση στην οικονομία και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Η ενίσχυση των οικοσυστημάτων, που παρέχουν τροφή, γλυκό νερό, πρώτες ύλες και άλλα οφέλη, συμβάλλει στην παραγωγικότητα και τη συνολική ποιότητα ζωής, μειώνοντας παράλληλα τις δαπάνες δημόσιας υγείας.

Η ΕΕ έχει επίσης θέσει σε εφαρμογή οικονομικά κίνητρα για την προστασία του περιβάλλοντος : Καθορισμός στόχων και καθιέρωση συστημάτων ανώτατου ορίου και εμπορίας, που συμβάλλουν στον καθορισμό μιας τιμής προϊόντων η οποία αντικατοπτρίζει το πραγματικό περιβαλλοντικό τους κόστος Οι φόροι και οι επιδοτήσεις χρησιμοποιούνται επίσης ως κίνητρα ή ως αποτρεπτικά μέσα για τη διευκόλυνση των εταιρειών και των καταναλωτών (π.χ. τέλη για την κοπή δέντρων ή για τη διάθεση αποβλήτων). Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ότι υπάρχουν ξεκάθαρα σημαντικοί δεσμοί μεταξύ της οικονομίας και του περιβάλλοντος.

Επιπλέον, είναι σαφές ότι η οικονομία της Ευρώπης πρέπει να μετασχηματιστεί για να πάρει περισσότερη αξία από λιγότερα υλικά και να αλλάξει τον τρόπο κατανάλωσής της. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ λειτουργεί αριστοτεχνικά με την παροχή πληροφοριακών πόρων και τεχνολογιών, διευκολύνοντας μια κουλτούρα πρόληψης και διατηρώντας ένα ισχυρό αρχείο αποκατάστασης ζημιών στην πηγή τους, πρέπει να εργαστεί επιπλέον για αποτελεσματικότερη εφαρμογή των υφιστάμενων πολιτικών που θα βοηθήσει στην παροχή ρυθμιστικής σταθερότητας για τις επιχειρήσεις και καταναλωτές. Αυτός ο στόχος για καλύτερη εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των αντίστοιχων πολιτικών υπήρξε εμφανής στο «Έβδομο Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Δράσης της ΕΕ» – SEAP. Αυτό το πρόγραμμα καθιέρωσε μια μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική στρατηγική αρκετά ευέλικτη ώστε να ανταποκρίνεται στις επερχόμενες προκλήσεις. Συγκεκριμένα, δόθηκε έμφαση σε ορισμένες προτεραιότητες που αποσκοπούν στην προστασία του φυσικού κεφαλαίου της Ευρώπης και στη βελτίωση της ικανότητας της οικονομίας να αποσυνδέει την οικονομική ανάπτυξη από τη χρήση πόρων. Όλοι αυτοί οι στόχοι έχουν τεθεί σε ισχύ για να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες της ΕΕ θα μπορούν να ζουν σε ένα ασφαλές και υγιές φυσικό περιβάλλον, διαχειριζόμενο με τρόπους που σέβονται τα περιβαλλοντικά όρια και διασφαλίζουν την οικολογική βιωσιμότητα.

Συμπερασματικά : Pαρόλο που υπάρχει ένας αυξανόμενος παγκόσμιος πληθυσμός, μια ταχέως αναπτυσσόμενη μεσαία τάξη με υψηλότερα ποσοστά κατανάλωσης, συνεχείς αυξανόμενες ενεργειακές απαιτήσεις, γρήγορη οικονομική ανάπτυξη των αναδυόμενων οικονομιών και εντατικός παγκόσμιος ανταγωνισμός για περιορισμένους πόρους, η ΕΕ συνεχίζει να μοχθεί ώστε η ίδια και άλλες χώρες να στραφούν προς την αειφόρο ανάπτυξη και την αποτελεσματική περιβαλλοντική διακυβέρνηση.

Α. Κωνσταντίνου

 

Την αποκλειστική ευθύνη για τις απόψεις που δηλώνονται φέρει ο Ευρωβουλευτής. Οι απόψεις αυτές δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκη την επίσημη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Related Articles

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

- Advertisement -spot_img

Latest Articles